Πέμπτη , 2 Μαΐου 2024

Home » Γενικό » ΠΟΙΗΜΑΤΑ

ΠΟΙΗΜΑΤΑ

Μάιος 22, 2017 10:41 πμ A+ / A-

ΠΟΙΗΜΑΤΑ

 Η μπαλάντα του γύφτου

ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΟΛΥΓΡΑΦΟΤΑΤΟ ΣΥΜΠΟΛΙΤΗ ΜΑΣ κ. ΔΗΜΗΤΡΗ ΤΣΙΚΡΙΤΕΑ

ΔΗΜΟΣΙΕΥΟΥΜΕ σήμερα, ένα ακόμη καταπληκτικό ποίημα του εκλεκτού συμπολίτη μας και πολυγραφότατου, κ. Δημήτρη Τσικριτέα, όπου αφού το διαβάσετε, θα σας παρακαλέσουμε να το ξαναδιαβάσετε κάνοντας αυτή τη φορά, κάποιους συνειρμούς λέξεων.

Τίτλος του; Η μπαλάντα του γύφτου.  

Τ’ άπαρτο κάστρο και πελώριο

στο κορφοβούνι στέκει πανώριο

μυριοστεφανωμένο

Τριγύρω τρέχουνε, περνούν, κυλάνε

δόξες αθάνατες που δεν γυρνάνε

το χιλιοδοξασμένο

Και να τα σύννεφα που τ’ αγκαλιάζουν

νερά κρυστάλλινα πάνω σταλάζουν

το δροσοστολισμένο

Το βιός του όλο μάχες, φωτιά και αίμα

φεγγοβολά τις νύχτες  νεράιδων θρέμμα

νεραϊδοβλαστημένο

Η πύλη η άτρωτη στέκει γερμένη

και η αψίδα του κάτω πεσμένη

στις πολεμίστρες του  άνθη και φίδια

τού σφίγγουν δόξες παλιές, στολίδια

κάστρο που  στέκεις και δεν πεθαίνεις

ολόρθο, αόρατο ποτέ δεν μένεις

ντάπια, ταμπούρι και  οχυρό

της δόξας τον ύμνο κρατάς ηχηρό.

Χορτάριασαν τα μνήματα κι οι μνήμες

ξεθώριασαν οι μύθοι και οι φήμες

τα παλικάρια δίχως φύσημα πνοής

κείτονται ασάλευτα στο χώμα καταγής

και οι ψυχές τους στα σχοινιά δεμένες

πανιά πα σε γαλέρες ξεχασμένες.

Δεν σεργιανούν οι νιες και τα κρυστάλλινα κοράσια

στις βρύσες τις μαρμάρινες και στα πλατιά λιοστάσια

σαν κάποιο χέρι ξωτικό να πάγωσε τον χρόνο

και μένουνε ακίνητα χωρίς ζωή και πόνο.

Κι έφτασε ο γύφτος ο χαλκόχρωμος, ο διαβατάρης

με το κλαρίνο, το βιολί, το φλάουτο, τη λύρα

Ήλθε ο λυράρης, ο γοργόφτερος, ο αλανιάρης

καβάλα στ’ άσπρο το φαρί, με ιδρώτα και μ’ αλμύρα

Στο λάλημα και την κραυγή την πρώτη

πνοή, παλμός και οίστρος κι έρωτας ξανά

εξύπνησαν κι αρχίνησαν οι κρότοι

φωνές, χαρές και λύπες, χάδια και βρισιά.

Κρυφογελά τ’ απόμακρο κανόνι

και καρτερή να πέσει η σινδόνη,

ο γύφτος με μπακίρι το γανώνει

κυλά η σκουριά φεύγει κι η σκόνη

απ’ το παλαιό κανόνι

ήρθε η ώρα που προσμένει

η δαφνοστεφανωμένη.

Σε κάθε νότα ο γύφτος με το δόντι το λειψό

εδόξαζε τον πλάστη με τραγούδι και χορό,

κι η γύφτισσα σιμά, την κλαρωτή φορά ποδιά

κρατά στην αγκαλιά σφιχτά μωρά παιδιά,

πρωτάνθια στη ζωή, κρατούσαν το βυζί στο στόμα

τ’ αγκάλιαζαν, ρουφούσαν τη χαρά σε κάθε πιόμα.

Σειρήνα, ξελογιάστρα η πλανεύτρα

το λόγο το γλυκό, η διαφεντεύτρα

γυρνά, πουλά της μοίρας το γραμμένο

για μαγικό βοτάνι ξεχασμένο

μιλά, για ουρανοδαρμένο αστέρι,

κι εσύ γροικάς μ’ ένα απλωμένο χέρι.

Εξύπνησαν τα παλικάρια απ’ τις φωνές

οι κοπελιές και τα κοράσια και οι νιες

πλημμύρισαν με φύλλα τ’ άφυλλα κλαριά κι ανθούς

τ’ αστέρια τ’ ουρανού, στα χέρια ανάψανε πυρσούς

Μες τα περβόλια, τα χορτάρια, τους ανθούς

χορεύει η γύφτισσα  φιλήδονους  χορούς

σαλεύει και λυγά και σε λιγώνει

δαδί η ματιά της, φλόγα σε πυρώνει.

Κι ο ήλιος πριν τον ουρανό αφήσει

τα σύννεφα έχει χρωματίσει

έτσι της γύφτισσας η πείρα

είναι για να σου λέει τη μοίρα.

Και στο ξεφάντωμα μια νέα πνοή

με το κλαρίνο, το βιολί και τη φωνή

τα παλικάρια πήραν πάλι το σπαθί

και στήσανε παγάνα και  καρτέρι

στου εχθρού το ματωμένο ασκέρι

κοκκίνισε η χλόη και το χέρι.

Και πάνω στο  μεθύσι της οινοχόης

και τ’ άρωμα της πλημοχόης

και τα κεντήματα και τα πλουμίδια

ήλθαν οι  άσπαρτοι, οι βάρβαροι σαν φίδια

συρθήκανε και μπήκανε στο κάστρο

φιρμάνι κι εντολή να σβήσει τ’ άστρο.

Φαρμάκι ο γύφτος, στο άσπρο το φαρί γερμένος

ο διαβατάρης και ο περιπλανημένος

τραβά ξανά τον άγνωστο το δρόμο

το μονοπάτι. Δίπλα του στον ώμο

η γύφτισσα με τα μωρά (πικρή της μοίρα).

Ποιος τη γνωρίζει αυτή τη κακομοίρα;

Απαίδευτος ας είσαι και άνανθος

της νιότης σε τυλίγει η φλόγα κι ο ανθός

στα χέρια πάρε τ’ άπλερο το βιός σου

και καβαλάρης γίνε στο  άτι το δικό σου.

Ω! κάστρο δεν εγέρασες και είσαι νέο ακόμα,

κραυγή κυλά απ’ το γρυπό του αετού το στόμα

το ταίρι του αναζητά εις το ουράνιο δώμα

σπαράζει ο τσαλαπετεινός μες τ’ όμορφό του χρώμα.

Ω! κάστρο δεν εγέρασες, γροικάς καλά ακόμα.

Δε σε γερνούν οι  μήνες και τα χρόνια

Δε σε γερνούν κακοκαιριές και χιόνια

μη σε γεράσουν πρόσεχε τ’ ανθρώπινα δαιμόνια.

Αφού διαβάσατε, πλέον, το ποίημα, σας παρακαλούμε τώρα να κάνετε τον ακόλουθο συνειρμό, βάζοντας αντί για το  «κάστρο», τη λέξη πατρίδα, αντί για τον «γύφτο», τον ταλαιπωρημένο λαό και τέλος, αντί για τη «γύφτισσα», το τμήμα του λαού με τις προλήψεις. Ξαναδιαβάστε το, σας θυμίζει τίποτα;

Ο κ. Δημήτρης Τσικριτέας.

ΠΟΙΗΜΑΤΑ Reviewed by on . ΠΟΙΗΜΑΤΑ  Η μπαλάντα του γύφτου ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΟΛΥΓΡΑΦΟΤΑΤΟ ΣΥΜΠΟΛΙΤΗ ΜΑΣ κ. ΔΗΜΗΤΡΗ ΤΣΙΚΡΙΤΕΑ ΔΗΜΟΣΙΕΥΟΥΜΕ σήμερα, ένα ακόμη καταπληκτικό ποίημα του εκλεκτού συμπολί ΠΟΙΗΜΑΤΑ  Η μπαλάντα του γύφτου ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΟΛΥΓΡΑΦΟΤΑΤΟ ΣΥΜΠΟΛΙΤΗ ΜΑΣ κ. ΔΗΜΗΤΡΗ ΤΣΙΚΡΙΤΕΑ ΔΗΜΟΣΙΕΥΟΥΜΕ σήμερα, ένα ακόμη καταπληκτικό ποίημα του εκλεκτού συμπολί Rating: 0
scroll to top